ΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΕΝ ΜΕΣΩ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ
Το Οικογενειακό Δίκαιο στην Κύπρο αποτελεί μία ειδική μορφή Δικαίου καθώς επηρεάζει τις πτυχές του θεσμού της Οικογένειας. Κατανοητό είναι βέβαια ότι με το πέρασμα των χρόνων οι καινούργιες συνθήκες που δημιουργεί η κοινωνία μας καθιστά επιτακτική την μεταρρύθμιση ορισμένων κανόνων που αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του Οικογενειακού δικαίου αφού από την φύση του επηρεάζει σε τεράστιο βαθμό ζωές ανθρώπων αλλά και την καθημερινότητά τους.
Τα άτομα τα οποία ,κυρίως, επηρεάζονται από τις όποιες αλλαγές τις οποίες μπορεί να επιφέρει μία απόφαση ενός Οικογενειακού Δικαστηρίου είναι τα παιδιά (εάν υπάρχουν σε ένα Γάμο), τα οποία τις πλείστες φορές ένεκα και της ηλικίας τους δεν μπορούν να αποδεχτούν πολλές καταστάσεις ακόμα και μικροαλλαγές που μπορεί να υπάρξουν μετά την έκδοση ενός διαζυγίου των γονέων τους και τις έννομες συνέπειες αυτού. Εξάλλου ο πνεύμα του Νόμου ορίζει πως η κάθε απόφαση που αφορά τα τέκνα πρέπει να εκδίδεται και να λειτουργεί θετικά προς το συμφέρον του ή των τέκνων.
Με γνώμονα τα ως άνω και αναλογιζόμενοι την έλευση μίας πανδημίας όπως αυτής του νέου ιού SARS-CoV-2 (ή άλλως κορωνοϊός), είναι κατανοητό πως μπορεί να επηρεαστεί, στον μέγιστο μάλιστα βαθμό το Οικογενειακό Δίκαιο. Με την καινούργια αυτή κατάσταση έχει οριστεί και επιβληθεί παγκόσμια μία σειρά μέτρων, τα οποία οδηγούν στον αυτοπεριορισμό, με αποτέλεσμα οικογένειες στις οποίες οι γονείς είναι διαζευγμένοι να επηρεάζετε τόσο η καθημερινότητά τους όσο και οι διαπροσωπικές σχέσεις των συγγενών. Το λογικό συμπέρασμα είναι πως η αντιμετώπιση ενός Οικογενειακού δικαστηρίου πρέπει και είναι επιτακτική ανάγκη να αλλάξει και να θέσει ταυτόχρονα καινούργιες γραμμές αντιμετώπισης των προβλημάτων που ανακύπτουν, καθώς ο βαθμός ψυχικής πίεσης των επηρεαζόμενων ανεβαίνει επικίνδυνα.
Η διατήρηση των δεσμών του τέκνου ή των τέκνων με τον πατέρα τους και η αποφυγή της σε όποιο βαθμό αποξένωσης τους από τον πατέρα τους θα πρέπει να είναι ένα από τα πολλά θέματα τα οποία ένα Οικογενειακό Δικαστήριο να μελετήσει ιδιαίτερα. Ας μη λησμονείται από τον Νομικό κόσμο πως το καλώς νοούμενο συμφέρον ενός ανήλικου τέκνου είναι κατοχυρωμένο δικαίωμα που απορρέει από τον ίδιο το Νόμο όχι μόνο εθνικά αλλά και υπερεθνικά. Είναι επιτακτική ανάγκη λοιπόν οι άμεσα εμπλεκόμενοι να αναλογιστούν και να αναθεωρήσουν κατά πολύ το σκεπτικό τους βάζοντας στην άκρη τις διαφορές που έχουν και να θέσουν πρωταρχικό στόχο την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανήλικου τέκνου ή τέκνων.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΥΦΕΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΕΚΝΩΝ
Το ζήτημα της διατροφής των τέκνων ρυθμίζεται από τον περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμο του 1990 (216/1990). Το άρθρο 33.-(1) μάλιστα ορίζει πως ‘Οι γονείς έχουν την υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του’. Η έκταση βεβαίως και το πνεύμα του Νόμου δεν μπορούν να αναλυθούν και να επεξηγηθούν σε λίγες γραμμές αφού οι ποικίλες συνθήκες και η διαφορετικότητα κάθε υπόθεσης που τίθεται ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου διαμορφώνουν και διαφορετικές αντιμετωπίσεις αναλόγως της περίπτωσης, έχοντας πάντα βέβαια γνώμονα το καλώς νοούμενο συμφέρον του ανήλικου τέκνου.
Η ταχύτατη εξάπλωση του ιού SARS-CoV-2 (ή άλλως κορωνοϊός) δεν επηρεάζει μόνο την καθημερινότητά μας αλλά ενδέχεται να επιφέρει και τεράστιες αλλαγές όσον αφορά τον οικονομικό παράγοντα και μία επικείμενη οικονομική παγκόσμια ύφεση είναι γεγονός μετά και την λήψη των μέτρων που έλαβαν οι κυβερνήσεις παγκοσμίως με αποτέλεσμα, δυστυχώς, σε πολλούς συνανθρώπους μας το μέλλον οικονομικά να είναι αβέβαιο
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες δεν θα μπορούσε να μην επηρεαστεί και ο τομέας του Οικογενειακού Δικαίου που αφορά την διατροφή τέκνου. Το ερώτημα που τίθεται είναι πολύ πιο περίπλοκο από ότι θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί αφού το ζήτημα της διατροφής του τέκνου συνδέεται άρρηκτα πολλές φορές και με την ψυχική του υγεία και τα θέματα προς μελέτη από ένα Οικογενειακό Δικαστήριο έτσι ώστε να εκδώσει ένα Διάταγμα διατροφής είναι πολλά. Δεν είναι λίγες οι φορές όπου ο σύζυγος ο οποίος είναι υπόχρεος προς διατροφή του ανήλικου τέκνου πλήττεται οικονομικά σε σημείο όπου στην τελική δεν μπορεί να ανταπεξέλθει ακόμη και στις δικές του βασικές ανάγκες.
Τι γίνεται όμως σήμερα με την επικείμενη παγκόσμια οικονομική ύφεση? Ποιος προστατεύει τον υπόχρεο σύζυγο για διατροφή και πως μπορεί να μετριαστεί? Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως η απάντηση σε αυτό το ερώτημα τόσο νομικά όσο και πραγματιστικά είναι πολύ δύσκολη έως αδύνατη. Το Οικογενειακό Δικαστήριο σαφώς είναι αυτό που στην τελική θα ρυθμίσει και θα επιλύσει αυτό το ζήτημα εφόσον οι Γονείς (διάδικοι) δεν συμφωνούν. Πρέπει να αναλογιστούμε όμως ότι αυτοί που πρέπει πρώτα να αναλογιστούν και να στηρίξουν το πνεύμα του Νόμου, αλλά κυρίως του τέκνου τους είναι οι ίδιοι οι διάδικοι και καταλυτικό ρόλο έχει ο Δικηγόρος ο οποίος οφείλει να προασπίζεται τον Νόμο αλλά και το Δίκαιο σε αυτές τις ιδιόμορφες περιπτώσεις.
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω το Δικαστήριο ουσιαστικά αποβλέπει στο συμφέρον του ανήλικου τέκνου. Θεωρώ όμως πως είναι επιτακτική ανάγκη να μελετηθεί εις βάθος και πιο πολύ από κάθε άλλη φορά το συγκεκριμένο ζήτημα αφού η καινούργια κατάσταση που δημιουργήθηκε μπορεί πολύ εύκολα να προκαλέσει ανισότητα και αδικία έναντι του υπόχρεου προς διατροφή συζύγου προς το ανήλικο τέκνο. Πρέπει λοιπόν να τεθεί ένα καινοτόμο σκεπτικό όχι μόνο από τις Δικαστικές αρχές, τον Νομοθέτη και την Κυβέρνηση αλλά και από τους άμεσα εμπλεκόμενους.
Ευριπίδης Α. Χαραλάμπους
Δικηγόρος